Η άκριτη δημοσιοποίηση 30 χιλιάδων συναλλαγών “θα εξυπηρετήσει μόνο αυτούς που θέλουν να κρυφτούν, θα στιγματίσει χιλιάδες, που κατά τη συνήθη τους πρακτική έστειλαν και εκείνη την περίοδο χρήματα στο εξωτερικό, θα επιτρέψει να χαθούν μέσα στα χιλιάδες ονόματα, τα ονόματα αυτών που ανήθικα και με δόλο έβγαλαν χρήματα στο εξωτερικό”, δήλωσε ο ΓΓ του ΑΚΕΛ Αντρος Κυπριανού, μιλώντας το απόγευμα ενώπιον της Βουλής κατά τη συζήτηση της έκθεσης της Επιτροπής Θεσμών για την οικονομία.
Ο κ. Κυπριανού είπε ότι “πρέπει να απαιτήσουμε η Κεντρική Τράπεζα να επεξεργαστεί τα στοιχεία και να δημοσιοποιήσουμε τις ύποπτες συναλλαγές και μόνο έτσι κριθούμε όλοι για την προσπάθεια μας για διαφάνεια και παραδειγματική τιμωρία των ενόχων”.
Ο ΓΓ του ΑΚΕΛ είπε ότι στην έκθεση της Επιτροπής “καταγράφονται οι ασήκωτες ευθύνες των τραπεζικών ηγεσιών, της Κεντρικής Τράπεζας, της Κυβέρνησης Αναστασιάδη που αποδέχθηκε την επιζήμια πώληση των παραρτημάτων των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα και το πρωτοφανές κούρεμα καταθέσεων”.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον κ. Κυπριανού, τα Συμπεράσματα δεν αντικατοπτρίζουν πιστά τα όσα καταγράφονται στην ίδια την Έκθεση και γίνεται προσπάθεια “εξωραϊσμού της πραγματικής εικόνας και των αυταπόδεικτων πολιτικών ευθυνών σε σχέση με τους χειρισμούς στα δύο κρίσιμα Eurogroup του Μαρτίου 2013, καθώς επίσης και έναντι της τρόικα αργότερα”.
Ο ΓΓ του ΑΚΕΛ σημείωσε πάντως ότι “η άρνηση σημαντικών παραγόντων και τότε πρωταγωνιστών να παραστούν στις συνεδρίες της Επιτροπής Θεσμών, καθώς και η ελλιπής συνεργασία των εμπορικών τραπεζών και κάποιων εποπτικών αρχών, αφαίρεσε από τη Βουλή τη δυνατότητα άσκησης πλήρους κοινοβουλευτικού ελέγχου”.
Συνέχισε λέγοντας ότι η Γενική Εισαγγελία πρέπει να αξιοποιήσει τα όσα καταγράφονται στην Έκθεση προκειμένου να οδηγηθούν επιτέλους στη δικαιοσύνη όσοι πραγματικά ευθύνονται.
Στην ομιλία του ο κ. Κυπριανού επανέλαβε ότι εκείνο που μας υποχρέωσε να προσφύγουμε στο Μηχανισμό Στήριξης ήταν η μεγάλη τρύπα στον τραπεζικό τομέα, λέγοντας ότι σήμερα αποδείχτηκε πως υπήρχε ένας υδροκέφαλος τραπεζικός τομέας, ο οποίος μέσα από αλόγιστες πράξεις και παραλείψεις του “ζήμιωσε το λαό με €19 περίπου δις”.
Επέρριψε ευθύνες στην Κεντρική Τράπεζα, ως εποπτική αρχή η οποία είχε την αποκλειστική αρμοδιότητα να εποπτεύει τις τράπεζες. Ανέφερε ότι εξίσου βαρύτατες ευθύνες είχαν και διοικήσεις των τραπεζών, σημειώνοντας ωστόσο ότι “ο κ. Ορφανίδης, την κρίσιμη στιγμή που ορισμένοι αισχροκερδούσαν σε βάρος του χρηματοπιστωτικού τομέα της Κύπρου, όχι μόνο δεν έβαλε φρένο, αλλά ενέκρινε και πράξεις τους”.
“Αποτέλεσμα των παραλείψεων του κ. Ορφανίδη και με δεδομένη την αποτυχημένη προσπάθεια για άντληση κεφαλαίων από τον ιδιωτικό τομέα, το βάρος της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών το ανέλαβε το κράτος. Συνέπεια αυτής της ανάγκης είναι η αύξηση του δημόσιου χρέους, η πιστωτική ασφυξία στο χρηματοοικονομικό τομέα, η μειωμένη ανάπτυξη στο εγγύς μέλλον και η επιβολή μέτρων στους φορολογούμενους και εργαζόμενους για αποπληρωμή των επιπρόσθετων αυτών χρεών”, είπε ο κ. Κυπριανού.
Μίλησε ακόμη για “ολιγωρία και αναποτελεσματική εποπτεία από την Κεντρική Τράπεζα όσο αφορά στην Μαρφίν Εγνατία και τον καθοριστικό ρόλο της στη διασυνοριακή συγχώνευση της Εγνατίας με τη Λαϊκή σε μια νύχτα”. Ανέφερε ότι το ΑΚΕΛ αναλαμβάνει τις ευθύνες που του αναλογούν και “όχι τις ευθύνες που κατά καιρούς μας απέδιδαν όσοι ήθελαν τότε να καλύψουν τα εγκληματικά λάθη και ενέργειες άλλων”.
“Δυστυχώς δεν καταφέραμε να μελετήσουμε έγκαιρα και ολοκληρωμένα τις εξελίξεις στην οικονομία και να υποδείξουμε τις λιγοστές αντοχές της «φούσκας» της κυπριακής οικονομίας στον κατασκευαστικό και στον τραπεζικό τομέα. Ούτε καταφέραμε να συμβάλουμε στην εκπόνηση ολοκληρωμένου και αποτελεσματικού σχεδίου για την αντιμετώπιση της κατάστασης, αυτό σε συνδυασμό με τα καθησυχαστικά, και τελικά όπως αποδείχθηκε εξωπραγματικά, μηνύματα που εξέπεμπαν οι τράπεζες, μάς εμπόδισε από τον έγκαιρο εντοπισμό των προβλημάτων. Δυστυχώς δεν καταφέραμε επίσης να επικεντρωθεί η δημόσια συζήτηση στα πραγματικά προβλήματα της κυπριακής οικονομίας”, είπε ο κ. Κυπριανού.
O κ. Κυπριανού είπε ότι λήφθηκαν μέτρα από την προηγούμενη Κυβέρνηση τα οποία “σε καμία περίπτωση δε θα ήταν αρκετά για να καλύψουν την τρύπα των 19 και πλέον δισεκατομμυρίων που άνοιξε ο τραπεζικός τομέας και γι΄ αυτόν ακριβώς το λόγο οδηγηθήκαμε στο Μηχανισμό Στήριξης”.
Για τα γεγονότα του Eurogroup, ο κ. Κυπριανού είπε ότι με το πέρασμα του χρόνου και τις αποκαλύψεις, “ξεθώριασαν πλέον και οι διάφορες αιτιάσεις του τύπου «βρεθήκαμε προ εκπλήξεως», «ήμασταν με το πιστόλι στον κρόταφο», «ουδέποτε γνωρίζαμε»”.
Σύμφωνα με τον κ. Κυπριανού, “4 του Μάρτη του 2013 ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είχε ενημερωθεί, δεν υποψιαζόταν, ούτε απλώς άκουσε μια φήμη, είχε ενημερωθεί πως θα του έθεταν στο τραπέζι κούρεμα καταθέσεων”.
“Είπε ακόμη ότι “8 του Μάρτη του 2013 ο κ. Αβέρωφ Νεοφύτου μετά από επαφές που είχε στην Ουάσιγκτον με τον αναπληρωτή εκτελεστικό διευθυντή του ΔΝΤ, Ερικ Λίπτον και άλλους αξιωματούχους του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, είπε πως «δυστυχώς οι θέσεις τους είναι σκληρές για την Κύπρο και επιμένουν για κούρεμα των καταθέσεων. Το κάναμε ξεκάθαρο πως κάτι τέτοιο θα είναι καταστροφικό και δεν θα το δεχθούμε»”.